Προσωπικά δεδομένα …

Archive for the ‘Blogroll’ Category

56ο

Και καθώς ο χρόνος διαβαίνει,
έτσι που οι εποχές, τηρούν πιστά τη διαδοχή τους
μένει να μαζεύονται οι εικόνες
εκεί, στις άκριες του μυαλού
και να τα σιγολένε.

Το ξέρουν ότι σύντομα θα κιτρινίσουν κι αυτές
κι αν όχι, πάντως σίγουρα
θα χάσουν τη λάμψη τους.
Νόμος είναι.
Νόμος όχι από τους συνηθισμένους· τους ανθρώπινους.
Από τους άλλους
Από αυτούς που πειθαρχούν άνθρωποι και θεοί.
Που δεν μπορείς καν να σκεφτείς
ότι δεν θα λειτουργήσουν.

Τα σιγολένε, γιατί ξέρουν ότι
πάνω τους θα χτίσουν οι άνθρωποι
όνειρα· κι επιθυμίες· και πορείες
για ταξίδια μακρινά.

Και καθώς ο χρόνος διαβαίνει
όλο και κοντοστέκεσαι μη και τον ξορκίσεις
το βήμα να κοντύνει και αυτός
και να σε περιμένει
να πάρεις μια ακόμα ανάσα
ακούγοντας ήχους του καλοκαιριού
και μυρουδιές από τη γλύκα της θαλάσσης.

55o

Πόσο μεγάλη η λεωφόρος· πόσος κόσμος περνάει καθημερινά από εδώ.
Βιαστικοί, αργόσχολοι, χασομέρηδες, άνθρωποι εργατικοί, άνθρωποι πλούσιοι, ζητιάνοι των φαναριών, μεροκαματιάρηδες, χαρούμενοι επιβάτες γρήγορων οχημάτων, στριμωγμένοι από την κρίση χαμένοι στις σκέψεις τους· μερικοί που μπορούν και απολαμβάνουν ακόμα την αγκαλιά της θάλασσας, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή τους Σεπτέμβρη μήνα…

Το κόκκινο το βλέπεις από μακριά. Το πόδι περνάει απαλά στο φρένο. Το όχημα υπακούει στην εντολή και στέκεται ήσυχο στη θέση του.
Λιγόλεπτη αναμονή έως ότου δοθεί το σύνθημα της συνέχισης
Από το ραδιόφωνο ακούγονται τραγούδια της εποχής.
«Πόσο πολύ σ’ αγάπησα,» μόλις τελείωσε για να συνεχίσει «η επιμονή σου».
Το χέρι γυρίζει το κουμπί της έντασης.
Η μελωδία πλημμυρίζει τον χώρο.

-Κοίτα τούτη την πολυκατοικία στη γωνία. Τα πάνω διαμερίσματα είναι προνομιούχα. Τίποτα δεν μπορεί να περιορίσει τη θέα τους προς τη θάλασσα.
-Κι αυτό εδώ, στην άλλη μεριά του δρόμιου, που παλιά ήταν εστιατόριο. Αποτυχημένη επένδυση, αλλά, αυτό δεν μειώνει τα πλεονεκτήματα της θέσης του…
Τα βλέμματα περίεργα και λίγο αδιάφορα, μαζεύουν εικόνες του δρόμου και της περιοχής.

Στο μπαλκόνι της πρώτης πολυκατοικίας, η μοναχική ηλικιωμένη κυρία, μοιάζει να μετράει τον κόσμο στα πόδια της.
Πόσο μικρός να της φαίνεται; Και πόσο άγνωστος;
Να ψάχνει κάτι; Έτσι όπως κοιτάζει αυτή κάτι τέτοιο δείχνει… Το ρητορικό ερώτημα και η απάντηση που γεμίζουν τη σκέψη σου.
Τα βλέμματα συναντιώνται.
Ξάφνιασμα αυτό που διέκρινες; Δεν θα το έλεγες.
Μάλλον λάμψη χαράς, σου φάνηκε ότι ήταν αυτό που είδες
να στολίζει τα κουρασμένα μάτια.

Τα χαμόγελα αμοιβαία. Ταυτόχρονο και ένα γνέψιμο καλημέρας.
Νέο χαμόγελο και από τις δύο πλευρές, φωτίζει τα πρόσωπα.

Οι ρόδες κυλάνε αργά, το φανάρι αλλάζει χρώμα.
Πράσινο· ώρα να συνεχίσεις το δρόμο.
Ο λεβιές των ταχυτήτων κομπλάρει στην πρώτη.
Το βλέμμα στρέφεται προς το μπαλκόνι.

«Καλό δρόμο» εύχονται τα μάτια του μπαλκονιού. «Και να προσέχετε», νιώθεις να συλλαβίζουν τρυφερά τα άγνωστα χείλη.
Και μετά η αναπάντεχη κίνηση!
Το λιπόσαρκο χέρι της κυρίας, με ενωνένους τον αντίχειρα τον δείκτη και τον μέσο -το βλέπεις καθαρά αυτό- σηκώνεται και σχηματίζει στον αέρα το σημείο του σταυρού.
«Ο Θεός να σας προστατεύει», είσαι σίγουρος πως ακούς.

Το όχημα παίρνει τη θέση του στη μεγάλη λεωφόρο· η αγαλλίαση τη δικής της θέση στο μέρος της καρδιάς.

Πόσο μεγάλο δώρο κι αντίδωρο μαζί, για το γνέψιμο μιας απλής καλημέρας.

Να είστε καλά γλυκιά μου άγνωστη Κυρία.
Να είστε πάντα καλά.
Ευχαριστώ!


54ο

Σκέφτηκες πως αυτή θα ήταν μια καλή εικόνα
για να συνοδέψει τον αριθμό της μέρας.

Μετά, δεν ξέρεις τι έγινε μετά
Η έμπνευση πάντως σ´ εγκατέλειψε.
Έμεινε να αποφασίζει, αν θα κάνει στροφή επιτόπου
ή θα προχωρήσει λίγα μέτρα πιο κάτω·
στην υπόγεια διάβαση.

Το έχεις προσέξει; Τούτη η διάβαση
θα μπορούσε να είναι και η κοίτη ενός ξεροπόταμου.
Έτσι δεν ήταν στο ρέμα της Αγίας Κυριακής;
Κι αν δεν ήταν -που σίγουρα δεν ήταν-
έτσι φάνταζε στα παιδικά σου μάτια
Τότε που πρωτοπήγες σε κείνο το σχολείο,
λίγα τετράγωνα πιο πάνω από το σπίτι.

Θυμάσαι; Έδωσες κι εξετάσεις για να πας εκεί!
Από τη Βου στη Γάμμα του Δημοτικού
Πόσο κάνει τρία επί δώδεκα; Είχες ρωτήσει προβοκατόρικα τον Πέτρο.
Τον Διευθυντή τον λέγαν Κουφογιάννη.
Την πρώτη σου δασκάλα,
σε κείνο το σχολείο,
τη λέγαν κυρά Λίτσα.
Έτσι με το μικρό· και το κυρά.
Γιατί όχι, τάχατες, κυρία;

Τούτη η φυλλωσιά που κρύβει το στερέωμα
ή έστω προσπαθεί να το καλύψει
μοιάζει άκρια από κλαδί βασιλικού
-Πόση φαντασία πρέπει νάχεις,
για να κάμεις τέτοιες συσχετίσεις;-
Σαν κι αυτό που θα κρατάει στο χέρι ο παπάς
για να αγιάσει τα παιδιά πρώτη μέρα σήμερα,
στις τάξεις των σχολείων.

Λες αυτό να σκέφτηκες νωρίτερα
όταν σκόπευες ψηλά στον ουρανό;
Νάν´ αυτή η χαμένη έμπνευσή σου;
Ποιος ξέρει τάχα να σου πει…
Αλήθεια που πηγαίνουν οι εμπνεύσεις σαν χαθούν;
Τούτο; ξέρει να στο πει κανείς;

51ο

Το καλοκαίρι καλά κρατεί
ακόμα·
κι ας λέει το ημερολόγιο Σεπτέμβρης.

Στα βράχια μικροί λιοκαμένοι εξερευνητές
χτίζουν φανταστικούς κι αληθινούς
κόσμους μυστηρίου.
Τα άλλα, τα μεγάλα μυστήρια, είναι για τους άλλους·
τους μεγάλους.
Όχι ότι κι αυτοί -οι άλλοι, οι μέγαλοι- μπορούνε να τα ξεδιαλύνουν.
Άλλωστε το ξέρουν οι μικροί ομόλογοί τους:
όσο οι μεγάλοι ψάχνουν, τόσο το κουβάρι τους μπερδεύεται.
Μπορεί και να τους αρέσει έτσι μπερδεμένο·
των άλλων, των μεγάλων, ντε.

Εκείνοι όμως, δεν ανησυχούν.
Ούτε και που βιάζονται.
Έχουν καιρό ώσπου ναρθεί η σειρά τους
να εμπλακούν
στο μπλέξιμο των κουβαριών·
τώρα τους αρκεί να ψάχνουνε
καβούρια και καβουρομάνες
κρυμμένες ανάμεσα στις πέτρες.

Και την άκρια του καλοκαιριού
ασυναίσθητα αναζητούν.
Κάπου εκεί, ανάμεσα στα βράχια, λέει,
έχει πάει να κρυφτεί·
κι αυτή.
Τουλάχιστον να την ανακαλύψουν πρώτοι,
πριν τηνε βρουν οι μεγάλοι.

Βλέπεις, το καλοκαίρι, είναι ό,τι έχει απομείνει
στα παιδιά για να μένουν πάντα παιδιά.
Κι ας λένε ή καμώνται ότι τάχα
βιάζονται να μεγαλώσουν..

50ον!

Κοίτα να δεις πώς κύλησεν ο καιρός.
Άλλαξαν όλα.
Το φως της ημέρας πρώτα πρώτα.
Και τα χρώματα.
Και οι άνθρωποι της ακρογιαλιάς.
Λιγόστεψαν.
Είναι πλέον η ώρα τού «ειδικού πληθυσμού».

Πέρα στο βάθος φάνηκαν ξανά τα ξεχασμένα βουνά.
Όχι, δεν είχαν φύγει· πού να πάνε άλλωστε;
Ήρθαν όμως μπροστά.
Μαζί και κάτι σύννεφα. Λες να φέρουνε βροχή;
Όταν γεμίζει η Κούλουρη, θα βρέξει, λέγαν οι παλιοί.
Να άλλαξε τώρα κι αυτό;

Ο κύκλος κλείνει πια
σιγά σιγά.
Πάντα ο κύκλος κλείνει.
Είναι άλλο αν αυτό γίνεται γρήγορα
ή αργά.
Είναι θέμα ακτίνας!
Και γωνιακής ταχύτητας.
Ή μήπως γραμμικής;

Κοίτα να δεις πώς κύλησεν ο καιρός.
Πήρε μαζί του και εκείνες τις μικρές πληροφορίες
που σώρευες
ή μόνες τους σωρεύονταν;
Κι έμεινες να τα μαζεύεις· όσα απομείναν.
Περιμένοντας να φτάσει κι’ η σειρά σου.

Είσαι του ειδικού πληθυσμού
κι εσύ!

49ο

Φεύγει ο χρόνος.
Τρέχει.
Ασταμάτητος
Κι εσύ;
Με τέτοια προβλήματα στα πόδια,
εσύ
πώς να τον ακολουθήσεις;

Ή αυτό είναι δικαιολογία,
μήπως και τον καταφέρεις
να σε ξεχάσει πίσω;

44ον

Πόσο μακριά να φτάσεις πια;
Και πριν από σένα, πόσοι άλλοι ήταν εκεί;
Πόσοι, λες, ότι θα έρθουν;

Είναι ώρα αυτή να κάνεις υπολογισμούς;
Τι θα κερδίσεις;

Κράτα τη στιγμή σαν μια ανάσα.
Αυτό θα σου φανεί πιο χρήσιμο στο μέλλον.
Όσο από αυτό έχεις καπαρώσει…

43ον

Άσε το βλέμμα σου να ταξιδεύει
κι όπου δε φτάνει αυτό
άνοιξε τις πόρτες του μυαλού σου.
και τα παράθυρα


42o

Τρέχουν οι μέρες.
Περνάει ο καιρός!
[Κοινότοπο αυτό, αλλά πάντα γεννάει έκπληξη·
και θαυμασμό:
Πότε πέρασε κιόλας ο καιρός;]
Γύρισε κι ο νοτιάς.
Έλειψε.

Σε λίγο, ο κύκλος της ζωής ρέει ασταμάτητα, θα αρχίσουν επιστροφές.
Στην τάξη· του κόσμου.

Μια μικρή μελαγχολία
δεν μπόρεσες να την αποφύγεις
ξέροντας πως τούτη είναι η τελευταία
μέρα του καλοκαιριού
εδώ.
Όχι ότι δεν θα ξανάρθεις.
Αλλά να, έτσι που ήρθαν τα πράγματα,
την επόμενη φορά θα είναι φθινόπωρο!

Πότε ήταν που…
«Πότε ήταν που»· εισαγωγή στιγμών μιας ολόκληρης ζωής.
Μαζί τους και οι στιγμές των ονείρων,
και των απολογισμών.
Πότε ήταν που;

Τρέχουν οι μέρες.
Αν θέλεις, τρέξε και συ μαζί τους.
Αν πάλι δεν θέλεις, μείνε εδώ να κοιτάς.
Έτσι κι αλλιώς και να μη το θέλεις,
θάρθει η στιγμή, -καθώς είναι καθορισμένο-
που θα βρεθείς «απέναντι».

Ξέρεις άραγε ποιο είναι το «απ’ εδώ»;
Θέλησες ποτέ να τ’ αντικρίσεις;
Σκέψου!
Περνάει ο καιρός.
Ίσως είσαι ήδη απέναντι…

41ο

Το κύμα, καθώς το συνηθίζει, αγκάλιασε απαλά το ακρογιάλι.
Τούτο το καλοκαίρι, όλο σχεδόν το καλοκαίρι-να δεις πράμα παράξενο- οι αέρηδες το σπρώχνουν όλο προς τα μέσα.
Πού νάβρει δύναμη να βγει και να τρομάξει την άμμο της παραλίας.
Πώς να θυμίσει πως όταν θυμώνει, δεν είναι να κάνεις πολλά αστεία μαζί του;
Τούτο το καλοκαίρι, οι βοριάδες το σπρώχναν προς τα μέσα.
Έτσι έμεινε να χαίρεται και να χαμογελά με τα παιχνίδια των μικρών.
Και να διασκεδάζει με τα καμώματα των μεγάλων.

«Μα δυο βήματα πιο κει, δίπλα από τον τοίχο, που πάνω του ξεσπάμε τα αδέλφια μου κάτι μέρες του χειμώνα, όταν κανένα μάτι δεν μας βλέπει, η σκιά από τα αρμυρίκια είναι πυκνή.
Χρόνια τώρα, κάθονται και ξαποσταίνουν λίγο πριν μπουν να παίξουν μαζί μας και λίγο μετά αφού δροσιστουν όλοι οι επισκέπτες.
Κάτω από τη δροσιά των δέντρων.
Τούτοι εδώ τι κάνουν άραγε και έφεραν όλα τους προικιά και τα μοστράρησαν μπροστά μου;
Δεν ξέρουν πως λίγο αν θυμώσω, θα τα χάσου μονομιάς; Τα ‘φεραν για να τα δείξουν; Και;
Ξέρεις πόσα τέτοια έχω φέρει στην κοιλιά της μάνας μου της θάλασσας;
Και τι φταίει η καημένη η ομπρέλα και το κάθισμα με το σκιάδιο σαν, -να δεις τι θυμίζει- α ναι, αεροτομή είχα ακούσει να το λένε, και ήταν κολλημένη πάνω σε κάτι γρήγορα γυαλιστερά αμάξια.
Όμως έτσι είναι. Όλα τούτα είναι εύκολο να τα αρπάξω. Να τα κάνω μια μπουκιά. Εδώ κι ο βράχος μέριασε μπροστά μου.
Με τη ματαιοδοξία των ανθρώπων, δεν ξέρω τι να κάνω…
Αυτήν πώς να παλέψω;
Δεν βαριέσαι. Ας μείνω να τους παρατηρώ. Κι εγώ, όσο υπάρχω μαθαίνω…
»

Είπε το μικρό κύμα και γύρισε χαμογελαστό προς τα πίσω.
Άλλωστε έχει τόσα άλλα όμορφα πράγματα, να ασχοληθεί…


40ο

Όραμα και μνήμη.
Εκείνα που έζησες και αυτά που πρόκειται
ή που θα ήθελες
να ζήσεις.
Τα μπροστά και τα πίσω.
Τα επερχόμενα και τα περασμένα.

Μια εικόνα δυο όψεις.
Ποια είναι η μια και ποια η άλλη;

Μη βιαστείς να πεις πως ξέρεις.
Καλύτερα ζήτα λεπτομερειες.
Βλέπεις, άλλο το να έρχεσαι
ή να σε φέρνουν
άλλο το να φεύγεις
ή να σε διώχνουν.

Και ο καιρός περνά
Άλλοτε με διλήμματα
άλλοτε με πεποιθήσεις.
Δίχως, εντέλει, να είναι σίγουρος
για την αλήθεια
κανείς.
Ακόμα κι όταν διαρρηγνύει τα ιμάτιά του
ότι είναι ο μοναδικός
κάτοχός της.

39ο

Τρέξε μικρέ.
Τα παιχνίδια στο ακρογιάλι σε περιμένουν.
Θα γίνουν μνήμες κι αυτά,
μαζί με τους λουκουμάδες.
Παρέα με τους ήχους και τα χρώματα
που θα κουβαλάς, πολύτιμα φορτία
σ’ όλη σου την ζωή.

Έτσι γίνεται πάντα.

Πριν από σένα, άλλοι, πολλοί άλλοι
πολλές φορές
τρέξανε το ίδιο.

Μπορεί τώρα να μη το θυμούνται
-βλέπεις είναι πολλές οι σκοτούρες που γεμίζουν το μυαλό-
όμως δεν θέλει και πολύ
να βυθιστούν στα πελάγη
που μετά από χρόνια θα βυθίζεσαι κι εσύ.

Τρέξε μικρέ.
Πρόλαβε τον καιρό.
Χτίσε κι εσύ
τις αναμνήσεις του μέλλοντός σου.

Και μη ξεχάσεις, σίγουρα δεν θα ξεχάσεις
ποτέ αυτούς τους λουκουμάδες!
Και τον λουκουματζή.
Πόσος να σου φαίνεται άραγε;
Θεόρατος;

Θα έχεις να τα δηγιέσαι όλ’ αυτά
σαν έρθει κι ο δικός σου ο καιρός.
Ήταν ένας τεράστιος, θα λες, λουκουματζής
στα κούτσικα παιδιά σου
ή, γιατί όχι, και σε κείνων τα παιδιά,
στων παιδιών σου τα παιδιά
όταν κι εκείνα θα ζητάνε τις λιχουδιές του μέλλοντος σου
του δικού τους παρόντος.
-Ήταν ένας τεράστιος, θα λες, λουκουματζής
με νόστιμη πεντάφρεσκη πραμάτεια
και τρέχαμε κοντά του
σαν «εσκαγε» τη μύτη του
πρωί στην παραλία..

Τρέξε.
Κι ο χρόνος τρέχει.
Κι ας βρίσκεται πάντα εκεί.
Στο ίδιο μέρος.
Σα σταματημένος.

Τρέξε μικρέ…

38ο

Μιλάς; Με ποιους;
Ονειρεύεσαι; Τι;

Ταξίδευε. Προχώρα.
Άνοιγε πόρτες, δρόμους, ορίζοντες.
Πάρε το φως στα χέρια σου.
Φύλαξε τις εικόνες που συναντάς
στην καρδιά σου
μαζί με εκείνες που ζωγραφίζεις
στα καβαλέτα της ψυχής σου.
Άσε το αγέρι να χαϊδέψει τις χορδές των αισθήσεών σου.
δώστου τη χαρά να απαλύνει
τη σκληράδα των λόγων που αιωρούνται.

Γύρνα την πλάτη στην άλλη πλευρά.
Αν μπορείς
Όσο μπορείς.
Κι ας σε καρφώσει με το βλέμμα της
πισώπλατα.

Το μέλλον είναι μπροστά
μέχρι, τουλάχιστον, να γίνει κι αυτό
παρελθόν.
Ονειρέψου το.
Σχεδίασε το.
Μη το χαρίζεις στις διαψεύσεις
και στις προσδοκίες που γονάτισαν
και έμειναν καταμεσίς του δρόμου

Προχώρα όσο μπορείς.
Μπορείς.

37ο

Ψάξε στο βάθος
του μυαλού; του ορίζοντα-;
να βρεις το αναγνωρίσιμο
ή τα υλικά που σου λείπουν
και κατασκεύασέ το

Έχεις καλή υποδομή
-μπακράουντ το λένε οι γραμματιζούμενοι
να έχει σχέση και με το μπακστέητζ;-
θα σε στηρίξει στις στιγμές της ανασφάλειας
ή των μεγάλων αμφιβολιών
Θα σε στηρίξει; Αλήθεια;

Το άπλετο μέσα
το απέραντο έξω
Τι ορίζει το μέσα
και τι το έξω;

Ποιο είναι η αλήθεια;
Η έξω που τρέχει να συναντήσει η ματιά;
Ή η άλλη, εκείνη που επιλεκτικά σεργιανάει
στα σοκάκια του μυαλού;

Πόσο στέρεος ο τοίχος.
Αρκεί για να γίνει φραγμός;

Στάλες χοντρές κάνουν την εμφάνιση στο μέτωπο.
Η ζέστη;
Οι σκέψεις;
Ποια αιτία τις γέννησε;

Και όλα αυτά γιατί;
Ποια αλήθεια θέλεις να κρύψεις;
Κι από άλλους, εκτός από τον εαυτό σου;

36ο

Κρυμμένος κάτω από φυλλωσιές
μένεις αντάμα με το φυλακισμένο σου εγώ.
Πόσα παρακάλια θέλεις πια για να το ελευθερώσεις;

Η θάλασσα ξανοίγεται απέναντι πλατιά·
κάτι σύννεφα που ήρθαν, απλώς σου χαμογέλασαν
μπορεί και γιατί ψυχανεμίστηκαν
τα απόνερα της ψυχής σου.

Ο καιρός κυλάει ήσυχα
κανονικά.
Τι κι αν εσύ νιώθεις σαν να πνίγεσαι
στα κύματά του;

Δες την αλήθεια
Δεν έχει κύματα.
Εσύ τα κουβαλάς μαζί σου.

Τι τάχα οδήγησε το χέρι
να βγάλει έξω από την εικόνα τις φοβίες
και τις χαρές ίσως,
των πλαϊνών.
και των απέναντι.
Και των ισερχομένων;

Μείνε στην κρυψώνα σου, αν αυτό είναι που ζητάς.
Στην πραγματικότητα
όλοι σε παρατηρούν.
Όπου κι αν είσαι.
Αφού, στ’ αλήθεια, δεν τους ενδιαφέρεις…

35ο

Τακτοποιημένα, καθώς πρέπει
κατά το αρμόζον και το δέον.
Στην απέναντι πλευρά του δρόμου.

Από εδώ;
Από εδώ κατά το δοκούν και κατά το δυνατόν.

Και στη μέση η διαχωριστική γραμμή.
Για να μη συντελεστεί όσμωση
να μην αποκτηθεί συνάφεια·
να συνεχιστεί η τάξις
καθώς ορίστηκε
και έγινε αποδεκτή εξ αμφοτέρων των μερών.

Γραμμές και κολώνες
χωρίσματα και στηρίγματα·
εμπόδια·
όλα για να ξεπερνιούνται.

Εσύ;
Θυμάσαι από ποια μεριά είσαι
και πώς βρέθηκες εκεί;

34ο

Το παιχνίδι της ζωής κάπως έτσι αρχίζει.
Μπορεί και να παραμένει το ίδιο για πάντα.
Με τρύπες και χτίσματα στην άμμο
και ένα αγόρι κι ένα κορίτσι.

Στην πορεία πολλά μπορεί να αλλάξουν
Ίσως και όλα.

Η άμμος, η θάλασσα, ο αέρας το ξέρουν
κι αν ρωτήσεις
θα έχουν να σου πουν άπειρες ιστορίες.

Και για εκείνα που άλλαξαν,
και για τα άλλα, τα λιγότερα
που έμειναν όπως αρχίσαν

Όλες όμως αρχίζουν το ίδιο.
Ένα αγόρι ένα κορίτσι
και όνειρα φτιαγμένα δίπλα στο απέραντο
και άδηλο
μέλλον

33ο

Να ταξιδεύεις στα όρια του ονείρου
και των αναμνήσεων
αυτό είναι πλούτος· κι ας μην τον εκτιμάς…

Να βυθίζεσαι στην αγκαλιά των επιθυμιών
και των χιλιάδων στιγμών που διάπλατα ανοίγει
κι ας μην της δίνεις σημασία.

Να πετάς στα πέρατα της σκέψης
και στη στιγμή
να είσαι πάλι πίσω, καθώς δειλιάζεις αντικρίζοντας τον εαυτό σου.

Να είναι καλοκαίρι ή χειμώνας
άνοιξη, φθινόπωρο
ανάλογα με τι η διάθεσή σου θέλει να απολαύσει.

Είναι καλοκαίρι στη θάλασσα.
Αυτό, μπορεί να φτάνει…

32ο
καθώς οι ημέρες περνούν
φάνηκες κι εσύ.

Όχι ότι δεν σε περίμενε. Ζήτημα χρόνου ήταν.
Το είχε πει εδώ και καρό:
τώρα, με τις νέες συνθήκες θα αλλάξει και το τοπίο της περιοχής. Ζήτημα ημερών είναι.
Και έγινε.
Πόσο θα διαρκέσει;
Μην είσαι αισιόδοξος.
Για πάντα.
Όσο χρόνο μπορεί να χωρέσει ένα επίρρημα.
Ή να οριστεί από άλλες διάρκειες.
Της συνέπειας ή της εμμονής στις επιλογές για παράδειγμα.

Θα το συνηθίσει όμως.
Έτσι γίνεται.
Στην αρχή ενοχλεί μετά ξενίζει
κατόπιν γίνεται συνήθεια
κι αν λείψει το ψάχνεις.
Να δεις πώς το λένε αυτό…
Προσαρμογή.
Ή μήπως συμβιβασμό;

Ναι, έτσι θα γίνει.
Έτσι γίνεται.
Οι ημέρες περνούν…

31ον

-Παίρνεις μέρος στη διαβούλευση που γίνεται για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση;
-Όχι βέβαια. Και ούτε πρόκειται! Τι νόημα έχει άλλωστε; Ξέρεις πόσες φορές έχω δει εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις; Ξέρεις πόσες φορές έχω δει Nόμους για αποδέσμευση των απολυτήριων εξετάσεων από την εισαγωγή στα πανεπιστήμια; Ξέρεις πόσες αλλαγές (και όλα τα ίδια μένουν) έχω δει στην τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση; Ξέρεις πόσες καλές προθέσεις έχω δει να γίνονται Νόμοι; Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ιδέα που να μην έχει δοκιμαστεί στην εκπαίδευση!
Και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Πάλι είμαστε εδώ.
Γι αυτό σου λέω. Όχι, λέω να μην … πάρω. Καλύτερα να αγναντεύω….

30ον

E, και;
Οι ημέρες περνούν. Και παίρνουν.
Αν δίνουν; Μα βέβαια και δίνουν.
Κι αν σου ζητήσουν τώρα να κάνεις υπολογισμό-απολογισμό;
Τι πήρες (και τι έδωσες);
Α, όχι δεν μπορείς. Δεν μπορείς να το κάνεις.
Δεν θέλεις.
Θα αδικήσεις.
Μόνον το ξέρεις.
Ή το ψυχανεμίζεσαι: πήρες και έδωσες.
Και τούτη την ημέρα που πέρασε.
Οι απολογισμοί, θα γίνουν, αν γίνουν, στην ώρα τους.
Και για τους λόγους που θα θελήσεις να τους κάνεις.
Για τους ίδιους λόγους που όλοι το κάνουν.
Και με όσο θάρρος έχουν να το επιχειρούν.
Θάρρος; Ναι θάρρος. Ο καθρέφτης όλους τους τρομάζει.
Γι αυτό φροντίζουν να παραμορφώνει.
Πόση αλήθεια νομίζεις μπορεί να αντέξει ο ανυποψίαστος;

29oν

Από την αρχή.
Με το παιχνίδι; Στην άμμο να βάζεις θεμέλια;
Να τα παρατάς για να πας παραπέρα;
Τουλάχιστον υπάρχει άλλοθι. Η θάλασσα δίπλα.
Και η απεραντοσύνη της.

Πόσες ιστορίες έχουν γραφτεί για τα κουβαδάκια και τις παραλίες.
Και τις απορρίψεις….
Όχι, δεν θέλεις να προσθέσεις άλλη μια.
Όχι εσύ, όχι τώρα.
Άλλωστε όταν θα έρθει η ώρα της, ό,τι και να κάνεις,
δεν πρόκειται να την αποτρέψεις…
Θα συμβεί.
Κι ας μην πιστεύεις στο … κισμέτ…

28ον

Όνειρα-καράβια δεμένα
σε λιμάνια.
Σαν τις πεθυμιές
που δεν αφέθηκαν ποτέ να αρμενήσουν.

Που τους γυρίστηκε η πλάτη,
γιατί δεν τις πίστεψαν
ή δεν θα μπορούσε
-ήταν σίγουρο-
να περάσουν
από τις χώρες του ονείρου,
στους παραδείσους των αναμνήσεων
που βιώθηκαν.

Παλαμάρια χοντρά
περασμένα γερά
γύρω από κάβους
μπορεί και λεπτές κλωστές
πρόχειρα περασμένες γύρω από πολύμορφες πέτρες
φυτρωμένες σε έρμες παραλίες.

Σκοινιά που συγκράτησαν
στη χώρα του καθώς πρέπει και της λογικής,
συμπεριφορές που λίγο ήθελαν
να δραπετεύσουν στους παραδείσους των ουρανών
ή να καούν στις φωτιές των κολαστηρίων.

Πόσα να ήταν άραγε αυτά;
Ποιος κάθησε να τα μετρήσει;
Σε ποιο καρνάγιο παροπλίστηκαν
περιμένοντας
να γίνουν σκραπ …

27ον

Γκρίζα όλα γύρω.
κι αυτό το λίγο χρώμα που ίσως να υπάρχει
τίποτα κι αυτό.
Κανένα χαμόγελο!
Σαν να έχει μπει προς ενίσχυση
του γκρίζου.

Αυτός όμως στημένος εκεί,
ακίνητος.
Με τον χρόνο να κυλάει στα πόδια του.
Και η ζωή
από κοντά κι αυτή.
Άλλοτε κλεισμένη στα μεταλλικά της κουβούκλια,
άλλοτε δροσερή
σαν της Άνοιξης τα πρωινό αγιάζι
άλλοτε όπως την βλέπουν τα μάτια όποιων θέλουν
κι έχουν τη διάθεση
να την κοιτάξουν.

Απηύδησε πια, είπε να το φωνάξει.
Με λέξεις που διάλεξε να είναι, καθώς νομίζει, γλυκές.
Όπως τόσες φορές έχει ακούσει να το φωνάζουν.

Δίπλα του, σε κείνο το μεγάλο κουτί,
το ερμητικά κλεισμένο,
έτσι κι αλλιώς,
έχει μεγάλο απόθεμα φωνών.

Το δύσκολο είναι να τις ξεδιαλέξει.
Πότε, ας πούμε, είναι γλυκό το σάγαπώ;
Και το λουκουμάκι;
γιατί δεν έχει «μου»;
δεν το χώρεσε
ή
γιατί άλλο, ξέρει;

26ον

Στους δρόμους.
Πριν … μετά…. Ποιος νοιάζεται;
Ο χρόνος όλα τα κάνει πριν.
Και τα μετά.

Μένει μόνον να δεις τις προσδοκίες να γίνονται αναμνήσεις.
Και να ψάξεις
αν ταιριάζουν.
Αν και όποτε θελήσεις να κάνεις απολογισμούς.
Γιατί μπορεί μήτε κι αυτό.
Ίσως και καλύτερα.
Πώς μπορείς να ζεις,
αν όλες οι στιγμές
είναι
βουτηγμένες στις συγκρίσεις…
Ή αν τις καταγράφεις, σαν τον λογιστή, στο κατάστιχό σου,
με τον τέτοιο σκοπό:
να κάνεις στο μέλλον τις συγκρίσεις.
Λες και ξέρεις ποιο θα είναι το μέλλον!
Πότε και αν θα έρθει αυτό το μέλλον.

Γι αυτό σου λέω.
Πριν… μετά… ποιος νοιάζεται;


Απρίλιος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930  

Για όσους θα ήθελαν να ..

ok

wordpress analytics